Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

Η προπαγάνδα, το διαδίκτυο και τα ΜΜΕ (μέρος β΄)

Ένα άρθρο του Ε.Παπάνη, Επίκ. Καθηγητή Κοινωνιολογίας Παν. Αιγαίου.
Η προπαγάνδα πετυχαίνει, όταν εξαπλώνεται σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Στο παραπάνω παράδειγμα για την κινητή τηλεφωνία είναι σκόπιμο να θεσμοθετηθούν βραβεία για τους επιστήμονες ή φοιτητές, που θα αποδείξουν ότι η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία είναι ακίνδυνη, εάν χρησιμοποιηθεί λογικά, που θα ανακαλύψουν οικιακές συσκευές με μεγαλύτερα όρια εκπομπής ή που θα εμφανίσουν εξαρτήματα, τα οποία απορροφούν τη βλαβερή ακτινοβολία.
Η προπαγάνδα διασπείρεται ταχύτατα, όταν την ενστερνίζονται άτομα, που αποτελούν αυθεντίες για τον περίγυρό τους, τα οποία στη συνέχεια μετατρέπονται σε πολλαπλασιαστικούς φορείς της. Είναι γνωστό ότι δεν επηρεάζει και δεν αφορά άμεσα όλα τα μέλη μιας ομάδας. Και αυτά όμως θα αποδεχτούν τα νοήματά της, εάν ένα σημαντικό πρόσωπο του περιβάλλοντος τους αλλάξει απόψεις εξαιτίας της. Η προπαγάνδα αυτοτροφοδοτείται, επειδή τα άτομα που τροποποιούν τις πεποιθήσεις τους – σύμφωνα με τις θεωρίες της γνωστικής ασυμφωνίας, πρέπει να βρουν, να αποδεχτούν και να διασπείρουν ακλόνητα επιχειρήματα, τα οποία θα δικαιολογήσουν την αλλαγή από τις παλιές εκπεφρασμένες απόψεις τους. Η προπαγάνδα για να πετύχει χρειάζεται συνειδητοποιημένους ή μη συνεργάτες. Οφείλει να ανακαλύπτει τις αδυναμίες του συστήματος, τις προδιαθέσεις και τις τάσεις του, την αντίστασή του στην αλλαγή. Η προπαγάνδα δεν είναι αναγκαστικά αρνητική, ειδικά εάν οι στόχοι της ταυτίζονται με το γενικό καλό – π.χ. μια εκστρατεία για την πρόληψη των διάφορων μορφών καρκίνου, υπέρ της πρόληψης, για τη γνωριμία με μειονοτικές ομάδες κ.λπ. Πάντα, όμως η ύπαρξή της βασίζεται στην αρχή ότι ο λαός είναι αρκετά ανώριμος, ώστε να διαμορφώσει τις δικές του απόψεις, ελλιπώς πληροφορημένος για την ποικιλία των θεμάτων της κοινωνικής ζωής και εγκλωβισμένος σε αυθαίρετες, στερεοτυπικές ερμηνείες, οι οποίες πρέπει να αλλάξουν.
Το μήνυμα, που εκπέμπεται από την προπαγάνδα πρέπει να είναι έτσι διαμορφωμένο, που να προσελκύει το ενδιαφέρον πολλών κοινωνικών ομάδων, να αποτελεί συμπύκνωση και συνισταμένη ετεροκλήτων απόψεων, πάνω στις οποίες θα επιδράσει διαμεσολαβητικά και συναινετικά, προσανατολίζοντας τις προς τη δική της νοηματοδότηση. Υπό το πρίσμα αυτό η προπαγάνδα επαναπροσδιορίζει τη στοχοθεσία των κοινωνικών ομάδων, προτείνει εναλλακτικές προσεγγίσεις και συμβάλλει στη συνοχή. Μειώνει την αμφιβολία και διασφαλίζει το πολυπόθητο αίσθημα ασφάλειας και προβλεψιμότητας, σε όσους την ασπαστούν. Είναι γεγονός ότι η προπαγάνδα μπορεί να ξεκινήσει ως μειονοτική επιρροή, η οποία σταδιακά θα καταστεί πλειοψηφική, εφόσον διατηρήσει τη σταθερότητα στα μηνύματά της και εάν γίνει ικανή είτε να αξιοποιήσει διαστάσεις και προδιαθέσεις της κυρίαρχης ιδεολογίας είτε να εκμεταλλευτεί αδυναμίες και στοιχεία της, που συν τω χρόνω καθίστανται μη λειτουργικά και αμφισβητήσιμα.
Ας πάρουμε για παράδειγμα το φαινόμενο της ανεργίας, μια νοσηρή και ενοχική κατάσταση, που πλήττει τη νέο-φιλελεύθερη κοσμοθεωρία, προεκτείνεται στην κοινωνική, οικονομική και προσωπική ζωή των πολιτών, ενώ προκαλεί αισθήματα οργής, απαξίωσης και αυτό- κύρωσης των δημοκρατικών ιδεωδών. Ταυτόχρονα επιτείνει την ανομία, την αμφισβήτηση των θεσμών και δοκιμάζει τις αντοχές και ανοχές του λαού. Η προπαγάνδα που θα θελήσει να επικεντρώσει την προβληματική στους μετανάστες ή στο σπάταλο κράτος πρόνοιας, θα κατευθύνει τ α ΜΜΕ στην ανάδειξη θεμάτων εγκληματικότητας, σπατάλης στο δημόσιο τομέα, στη σκανδαλολογία, θα προβάλλει έρευνες ειδικών, οι οποίοι θα υπερτονίσουν τις ποινικές πράξεις των αλλοδαπών (αγνοώντας τις αντίστοιχες των Ελλήνων), θα παρουσιάσει μαρτυρίες Ελλήνων μεταναστών σε Αμερική και Ευρώπη, υπαινισσόμενη τον υποδειγματικό τρόπο συμπεριφοράς τους στα ξένα κράτη, θα πείσει τους πολίτες ότι οι Δημόσιοι υπάλληλοι παρασιτούν σε βάρος του ελληνικού λαού, θα εξάρει στατιστικά για το χρόνο των διακοπών σε προηγμένες βιομηχανικά χώρες, θα ενισχύσει το πατριωτικό πνεύμα των εντοπίων και θα υιοθετήσει επιχειρηματολογία της λαϊκής θυμοσοφίας. Η πόλωση, που θα επέλθει, θα προωθήσει τα αξιώματα της προπαγάνδας, τα οποία εάν προβληθούν προσεκτικά, θα αξιοποιήσουν το momentum της κοινής γνώμης, η οποία θα αποδεχθεί ριζοσπαστικότερες λύσεις. Οι εφημερίδες και η τηλεόραση (και σε μικρότερο βαθμό το ραδιόφωνο) αντικατέστησαν προοδευτικά τους συνειδητοποιημένους και καταρτισμένους δημοσιογράφους με φερέφωνα της αρχισυνταξίας, η οποία, υπό την απειλή των μετρήσεων τηλεθέασης, ακροαματικότητας και αναγνωσιμότητας, τους παρασύρει σε έναν αέναο αγώνα αυτοπροβολής, μέσω της εστίασης σε ανάλαφρα θέματα, επιφανειακής προσπέλασης της είδησης, δια της επικέντρωσης στις μη σημαντικές πτυχές της και σε έναν αδυσώπητο αγώνα επικράτησης. Ένα συμβάν, όσο αδιάφορο κι αν είναι αναγάγετε σε είδηση, επειδή ακριβώς προβάλλεται από τα άλλα ΜΜΕ. Παράλληλα τα τελευταία χρόνια επιδεικνύεται μία μη δεοντολογική ανοχή σε αδιασταύρωτες πληροφορίες, ακόμα και σε κατασκευή της είδησης. Οι σχέσεις εργασίας των δημοσιογράφων μεταλλάχτηκαν σε ελαστικές, οι αμοιβές πήραν την κατιούσα και ολοένα και περισσότεροι «free-lancers», επιχειρούν να «πουλήσουν» το θέμα τους. Μέσα στον ορυμαγδό της μετριότητας ανέτειλαν και οι αστέρες των media οι οποίοι υποτίθεται ότι φέρουν ένα περισσότερο κριτικό λόγο, συνομιλούν απευθείας με την εξουσία και θεμελιώνουν τη αμφίδρομη σχέση του λαού με αυτήν. Η παραπάνω κατάσταση επιτείνει τις δυνατότητες της προπαγάνδας, η οποία πλέον μπορεί να εκπορεύεται από κέντρα συμφερόντων μέσα από τα ΜΜΕ ή διευκολύνει τη διαπραγμάτευση των μέσων μαζικής ενημέρωσης με τα πολλαπλά κέντρα εξουσίας (πολιτικής ή οικονομικής): Ενώ συνηθίζουν το λαό σε καθημερινή μαζική παρακολούθηση εύπεπτων θεμάτων, η προπαγανδιστική προσπάθεια διαχέεται μέσω του λόγου των “ποιοτικών” πολιτικών αναλυτών, που σαν τηλε-αστέρες έχουν κατακτήσει βαρύνουσα θέση ως πηγές μηνυμάτων. Ο λόγος τους από δημόσιο γραφικός γίνεται εξουσιαστικός, κατευθυντικός και εμπρόθετα στοχοποιημένος, ενώ οι τηλεθεατές υποβιβάζονται σε παθητικούς αποδέκτες συγκρουσιακών πάνελ, που αντί να εδραιώνουν τις δημοκρατικές αξίες, εκμεταλλεύονται την ανομοιογένεια και την ετερότητα της σύνθεσης τους, για να πείσουν ως προς την πολυφωνία τους. Αντίθετες απόψεις ποδοπατούνται, γελοιοποιούνται, ελαχιστοποιούνται και το τελικό συμπέρασμα παραμένει αναφαίρετο δικαίωμα του δημοσιογράφου. Οι τακτικές αυτές έχουν επιβάλλει στο λαϊκό αισθητήριο το θεσμό των αυτό-κλητωνν θεματοφυλάκων της δημοκρατίας, των αυτό-αναγορςυθέντων διαμεσολαβητών και επιλογέων της είδησης, των άνωθεν επιβεβλημένων διαιτητών μεταξύ λαού και εξουσίας, που υποκαθιστούν τα συλλογικά και τα βαρέως τρωθέντα συνδικαλιστικά κινήματα. Οι δημοσιογράφοι αυτοί είναι φορείς προπαγάνδας, μεταφέρονται στις αρχές κάθε τηλεοπτικής σεζόν από κανάλι σε κανάλι, έχουν αυξημένη πρόσβαση σε έντυπα, ραδιοφωνικούς σταθμούς και διαδίκτυο, ενώ οι απόψεις τους χαρακτηρίζονται από αστάθεια, αιφνίδια μεταβολή, ακραίο λόγο, επιφανειακή πολιτική ανάλυση, αλλά παρόλα αυτά βαρύνουσα σημασία στο σχηματισμό εντυπώσεων και στην χειραγώγηση της κοινής γνώμης.
Η προπαγάνδα στηρίζεται στους ψυχολογικούς μηχανισμούς της αλλαγής των στάσεων, καθώς και στη θεωρία των σχημάτων του Piaget: Οι πληροφορίες, που διαχέει, γίνονται εύκολα αποδεκτές, όταν δεν συγκρούονται με αυτές, που είναι ήδη οργανωμένες σε σχήματα και επομένως είναι ευχερέστερο να αφομοιωθούν. Τελικός στόχος η αναπροσαρμογή των σχημάτων και η αναδιάταξη των πληροφοριών, που περιέχουν, δεδομένου ότι αποτελούν δυναμικές οργανωσιακές δομές. Το περιεχόμενό τους είναι λογικό αλλά και συναισθηματικό και η επεξεργασία γίνεται και στα δύο επίπεδα, αν και οι περισσότερες έρευνες καταλήγουν ότι τελικά επικρατεί η θυμική διάσταση. Οι πληροφορίες μιας προπαγανδιστικής απόπειρας μπορεί να απευθυνθούν με άμεσο τρόπο στο συναίσθημα ή στο ένστικτο της αυτοσυντήρησης: π.χ. ένα εκατομμύριο άνεργοι στη Ελλάδα και ενάμιση εκατομμύριο ο αριθμός των μεταναστών, χωρίς να υπαινίσσονται καμιά λογική συνάφεια μεταξύ των εννοιών, που προβάλλονται. Άλλοτε ενδύονται το μανδύα της κοινής λογικής και με ψευδοεπιστημονικό τρόπο επιχειρούν να τεκμηριώσουν τη θέση τους: Η μείωση του εξωτερικού χρέους και ο έλεγχος των δημοσίων δαπανών μακροπρόθεσμα θα επιφέρουν ανάπτυξη (άσχετα αν η οικονομική θεωρία αδυνατεί να αποδείξει κάτι τέτοιο). Στην ελληνική πραγματικότητα ισχυρά προπαγανδιστικά μηνύματα αποτελούν τα κομματικά συνθήματα, προτάσεις συμπυκνωμένου συναισθήματος και ισχυρού συγκινησιακού φορτίου, που αποτελούν την επιτομή της πολιτικής ιδεολογίας και ουσιαστικά δε λένε τίποτα: «Αλλαγή» το 1981, «Απαλλαγή» το ’89, «Υπάρχει καλύτερη Ελλάδα», αργότερα – επιφωνηματική λογική κενή περιεχομένου. Οι στάσεις θεωρητικά προηγούνται της συμπεριφοράς, αλλά κατά πάσα πιθανότητα εδραιώνονται μετά την πράξη, η οποία ανακυκλώνει και επιβεβαιώνει το προπαγανδιστικό περιεχόμενο, αναγάγοντάς το σε προσωπική πεποίθηση και φιλοσοφία. Η μαζική αλλαγή των στάσεων μπορεί να οδηγήσει τη δυναμική των ομάδων σε σύγκρουση, εάν οι ηγέτες διεκδικήσουν το ρόλο τους, σε συμφιλίωση, εφόσον επικρατήσει ο ένας από τους δυο ή σε πόλωση, εάν οι ιδεολογικώς αντιπαρατιθέμενοι είναι ισοβαρείς. Φυσικά, η πρώτη και η τρίτη περίπτωση απαιτούν τη σπατάλη κοινωνικών και οικονομικών πόρων, ενώ οι στόχοι της προπαγάνδας είναι η αναίμακτη επικράτηση. Στον αγώνα της μεγάλη σημασία έχουν τα σύμβολα, τα υποδείγματα και τα στερεότυπα. Αν επιδιώξει να εισαγάγει το καινοτόμο, το καινοφανές και το διαφορετικό, θα καταστεί αποτελεσματικότερη, επειδή η κοινωνική αδράνεια σταδιακά και νομοτελειακά υποχωρεί, για να γίνει η μετάβαση στην εποχή, που το νέο συνυπάρχει με το παλιό, ενώ στο τέλος το πρωτοποριακό μετατρέπεται σε status quo.
Η προπαγάνδα μπορεί να αναφέρεται σε ενδο-συστημικές αναμετρήσεις ή σε δι-ομαδικές σχέσεις. Ενδεχομένως να είναι βραχείες ή μακροπρόθεσμες, να έχουν συγκεκριμένους προσδιορισμούς ή να ευαγγελίζονται καθολικές κοινωνικές και θεσμικές αλλαγές, να επιτυγχάνουν μέσω της ευρείας διάδοσής τους, αλλά και διά του μυστηριώδους και λανθάνοντος. Ενίοτε ξεκινούν ως γραφικές, αλλά ενδιαφέρουσες για το κοινό απόψεις και καταλήγουν σε παγκόσμια κινήματα. Εδώ φαίνεται να ισχύουν όλες οι θεωρίες της μειονοτικής επιρροής. Τέλος, πολλές αντι-προπαγανδιστικές ενέργειες λαμβάνουν οι ίδιες το χαρακτήρα της προπαγάνδας.
Μέλημα της προπαγάνδας ο προσηλυτισμός, η εισαγωγή των ιδεών, μέσων, προσδοκιών της σε ένα υπάρχον πολιτιστικό σύστημα με αρχικό στόχο την οργάνωση κάποιων επιρρεπών στην αλλαγή (ή ψυχολογικώς ματαιωθέντων ή απογοητευμένων) μελών γύρω από τις θεωρίες της. Ο αρχικός αυτός πυρήνας επιδιώκει την προσέλκυση άλλων θιασωτών, την αποδυνάμωση ή γελοιοποίηση των αντίθετων φωνών και τη διασφάλιση της ουδετερότητας των αδιάφορων. Η αρχική της εμφάνιση στο προσκήνιο πρέπει να είναι επιμελώς σχεδιασμένη και να βασίζεται στη χρήση διακριτών και εύκολων στην κατανόηση συμβόλων. Οι κατηγορίες δέον να αφομοιώνονται με άνεση: Εχθροί και φίλοι αναδεικνύονται, οι τακτικές αντιγράφονται άκοπα, οι προθέσεις είναι ευκρινείς και φαινομενικά δεν προσβάλλουν την κυρίαρχη ιδεολογία, ενώ στηρίζουν τα αξιακά δεδομένα. Τα κίνητρα είναι πάντοτε αλτρουιστικά, πατριωτικά, φιλάνθρωπα ή εξυπηρετούν – τουλάχιστον στην περίπτωση της διαφήμισης – έναν αποδεκτό στόχο – το κέρδος. Τα μέλη της κοινότητας μπορούν να ταυτιστούν με τα σύμβολα, να αναγνωρίσουν τμήματα του πραγματικού ή ιδεατού εαυτού τους.
Πηγή: http://osarena.net

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου