Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

Η προπαγάνδα, το διαδίκτυο και τα ΜΜΕ (μέρος α')

Ένα άρθρο του Ε.Παπάνη, Επίκ. Καθηγητή Κοινωνιολογίας Παν. Αιγαίου.

Ίσως η μεγαλύτερη ανατροπή στον προπαγανδιστικό ρόλο των ΜΜΕ είναι η εμφάνιση της διαδικτυακής επικοινωνίας. Είναι αλήθεια ότι στην προσπάθειά τους να ελέγξουν τη ροή των πληροφοριών οι κρατικοί σχηματισμοί δεν έδωσαν τη δέουσα σημασία στον Παγκόσμιο Ιστό, παρά μόνο όταν η απήχησή του άρχισε να πολλαπλασιάζεται με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου και αφού κατανόησαν ότι ήδη έχει αφήσει πίσω του το διαμεσολαβητικό του ρόλο διαφεύγει τον κίνδυνο της μετεξέλιξης του σε όργανο χειραγώγησης.
Η δύναμη της διαδικτυακής πληροφορίας έγκειται στο δυναμικό της χαρακτήρα, στην ευκαμψία της να παραπέμπει, να συνδέει, να συγχέεται. Κανείς δε μπορεί να προβλέψει την πορεία της, τη χαοτική αλληλεξάρτησή της με άλλες συναφής ή άσχετες πληροφορίες. Η ανάδυση και η ανασυγκρότηση του νοήματος, η διαμόρφωση των ερμηνειών, η ένταξη στην εμπειρία και κοσμοθεωρία του δέκτη, ο τρόπος επιλογής ή απαξίωσης της επαφίενται, παρά τις επικοινωνιακές και διαφημιστικές παγίδες, στην προσωπικότητα του χρήστη.
Το γεγονός αντίκειται στις βασικές προϋποθέσεις της προπαγάνδας, που σύμφωνα με τον Lippmann (1922) είναι οι ακόλουθες:
Πρόθεση του κράτους να εναρμονίσει τους στόχους των πολιτών με τις δικές του επιδιώξεις
Ύπαρξη διαχωριστικών ορίων ανάμεσα στο συμβάν και στην κοινή γνώμη
Επιλεκτική διάχυση πλευρών της πληροφορίας
Κοινή γνώμη, που έχει συνηθίσει να ερμηνεύει τον κόσμο με στερεότυπα, γενικευμένες κατηγορίες, διαπολικές αναπαραστάσεις. Τα ΜΜΕ εμφανίζονται ως η ενδιάμεση ρυθμιστική αρχή ανάμεσα στις υποκειμενικές αντιλήψεις και την πραγματικότητα.
Κοινή γνώμη, η οποία αγνοεί πως η συμμετοχή της στις διεργασίες του δημοκρατικού πολιτεύματος υφρίστανται μόνο κατ’ επίφαση, επειδή η κυρίαρχη τάξη ελέγχει τη ροή της πληροφορίας, ανάλογα με τα συμφέροντά της.
Η προπαγάνδα πρέπει να διαχέεται σε όλες τις εκφάνσεις τη καθημερινότητας, για να είναι αποτελεσματική.
Το συναίσθημα νοείται ως συμπλήρωμα των ορθολογιστικών αντιλήψεων για την απεικόνιση της πραγματικότητας και μάλιστα αναπληρώνει σε μεγάλο βαθμό την έλλειψη σφαιρικής πληροφόρησης. Τα ΜΜΕ επιχειρούν μέσω μιας επιτυχούς ή ανεπιτυχούς μέιξης συναισθήματος και εκλογίευσης να παρουσιάσουν το γεγονός ή την είδηση υπό το πρίσμα της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Οι πολίτες εσωτερικεύουν ως δικές τους πολιτικές τοποθετήσεις, ιδεολογίες και κουλτούρες , που παρουσιάζονται ως υποδειγματικές από τα ΜΜΕ. Ο άνθρωπός, εξαιτίας της περιορισμένης εμπειρίας, της έλλειψης εναλλακτικών, της ανεπαρκούς καλλιέργειας θεωρείται ως παθητικός δέκτης, ανίκανος να διαχειριστεί το συλλογικό, αλλα παραμένει υπεύθυνος μόνο για τον ατομικό προσδιορισμό του.
Η προπαγάνδα εμπερικλείει την έννοια του σχεδιασμού, της στρατηγικής και της βαθιάς γνώσης των ψυχολογικών – κοινωνικών δυναμικών της κοινής γνώμης.. Η απλοϊκή άποψη ότι οι ομάδες εξουσίας μπορούν εύκολα να διαχειριστούν τη μάζα, έχει προ πολλού ανασκευαστεί.
Η προπαγάνδα σήμερα νοείται ως ένα είδος συμβολαίου, οι όροι του οποίου μπορούν ανα πάσα στιγμή να τεθούν σε επαναδιαπραγμάτευση.
Κατά τον Ellul (1965) η προπαγάνδα αποτελεί ένα άθροισμα τεχνικών από ένα κέντρο εξουσίας προς μια ομογενοποιημένη, μέσω ψυχολογικών χειρισμών, ομάδα με σκοπό τη διασφάλιση της ενεργούς συμμετοχής ή της ανοχής ή της συναίνεσής της.
Η επικοινωνία είναι ο μηχανισμός προσαρμογής που επέτρεψε στο ανθρώπινο είδος να εξελιχθεί. Η κυριότερη έκφρασή της, η γλώσσα, είναι το διαφοροποιητικό σύστημα συμβόλων, που προήγαγε την αφαιρετική σκέψη, εκτόξευσε τις δυνατότητες της νοημοσύνης και απάλλαξε τη σκέψη από την τυραννία του συγκεκριμένου, του χωροχρονικά προσδιορισμένου και του εφήμερου. Το επίπεδο της επικοινωνίας μπορεί να καθορίσει το ρυθμό γνωστικής ανάπτυξης των παιδιών, ενώ, σύμφωνα με την κοινωνιολογία, είναι το μέτρο που διαμορφώνει την κοινωνική τάξη, χαρακτηρίζει την κουλτούρα και σηματοδοτεί τα πολιτισμικά προϊόντα.
Η επικοινωνία είναι η προβολή του εαυτού προς τα έξω, ο αρωγός των αισθήσεων για την κατανόηση του κόσμου, αλλά ταυτόχρονα η αποποίηση των υλικών ερεθισμάτων, ως της μοναδικής οδού ερμηνείας της πραγματικότητας. Η επικοινωνία οριοθετεί το συλλογικό ασυνείδητο και αναδεικνύει την ιστορικότητα. Οι περιορισμοί της αντανακλούν τη βραδύτητα στην ανάπτυξη, ενώ ανατροφοδότησή της επικυρώνει την ποιότητα της στρατηγικής και του σχεδιασμού. Η ίδια η κοινωνία δεν είναι παρά μια φαντασιακή θέσπιση επικοινωνιακών σχέσεων και αλληλεπιδράσεων. Ως τέτοια ήταν αναμενόμενο να χρησιμοποιηθεί ως εξουσιαστικό εργαλείο και ως αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας. Υπό το πρίσμα αυτό η προπαγάνδα μπορεί να οριστεί ως διάδοση του αξιακού συστήματος των κέντρων εξουσίας με τέτοιο πειστικό τρόπο, ώστε οι αναπαραστάσεις των πολιτών να συγκλίνουν προς τους στόχους της ηγετικής τάξης. Η αμφισημία των νοημάτων και οι πολλαπλές πιθανότητες ερμηνείας της αντικειμενικότητας μειώνονται, εξαιτίας της συστηματικής προσπάθειας της εξουσίας να αποκρύψει εναλλακτικές νοηματοδοτήσει και να υπερτονίσει όσες μπορούν ευχερέστερα να περιγράψουν τις αντιλήψεις της. Οι αναλύσεις για την πραγματικότητα, που επιχειρούνται, δεν είναι αναγκαστικά λανθασμένες, αλλά πάντοτε φέρουν το στοιχείο του εμπρόθετου και της σταδιακής κορύφωσης. Η πειθώ εξαρτάται από το κύρος του πομπού, από το μέσο διάσωσης των νοημάτων, από το περιεχόμενο του μηνύματος, από την κριτική ικανότητα της κοινωνίας (ή από τη διάθεσή της να συνηγορήσει σε μια έκπτωση της ικανότητας αυτής), από τη συγκυρία και τις ιστορικές συνθήκες. Η προπαγάνδα προϋποθέτει κουλτούρα χαμηλής ανοχής ή ανικανότητας για διάλογο, συλλογική αποποίηση κοινωνικών ευθυνών, πόλωση ή απογοήτευση από αποτυχημένες απόπειρες εγκαθίδρυσης διαλεκτικών και δημοκρατικών κανονιστικών ορίων. Ως επικοινωνιακό σχήμα η προπαγάνδα μειώνει την απροσδιοριστία, προτείνει καταληπτά και ιδανικά για αναπαραγωγή μηνύματα, εξουδετερώνει το μειοψηφικό λόγο, ενώ η αποδοχή της εκδηλώνεται ως επιθυμία του λαού για αποσόβηση κινδύνου, για αύξηση του βιοτικού επιπέδου ή για άρση της ανασφάλειας, που συνεπάγεται η μια κατ’ επίφαση πολυφωνία, που δεν στηρίζεται στον κριτικό λόγο. Η προπαγάνδα είναι μέσο πειθάρχησης και εξουσίας, (εφόσον αυτή νοηθεί ως συστηματική επιρροή) και διεκπεραιώνεται δια των ΜΜΕ, που διαθέτουν πολλαπλασιαστική αξιακή ισχύ και δρουν ως υποδείγματα, ακόμα και μέσα από την παρακμιακή επιδείνωση των ερμηνειών τους.
Η προπαγάνδα εκδηλώνεται απροκάλυπτα ή με πλάγιους τρόπους. Κατά την ενορχήστρωσή τους αξιοποιούνται όλα τα πορίσματα των ερευνών για αλλαγή στάσεων και πεποιθήσεων. Συνήθως γίνεται φανερή μετά το πέρας των συνεπειών τους, ενώ ενίοτε η σημασία της έχει υπερεκτιμηθεί ή τεχνηέντως υποτιμηθεί. Οι πολίτες ενδίδουν σε αυτή, συνειδητά ή ασυνείδητα ως αντίδραση σε μαζικά συναισθηματικά βιώματα και συλλογικές απειλητικές εμπειρίες. Το σίγουρο είναι πως η προπαγάνδα είτε ως αποσιώπηση είτε ως ψέμα είτε ως τεχνική υποθάλπει την κατάλυση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, διακυβεύει τα ιδεώδη και λεηλατεί την ελεύθερη βούληση. Σύμμαχοί της το πλημμελές εκπαιδευτικό σύστημα, η αποπροσωποποίηση, ο ατομισμός και η διαλεκτική ένδεια. Προαγωγός της και αργυραμοιβός των ανθρωπιστικών ιδανικών ο πόθος για την εξουσία, το κέρδος και η ψευδαίσθηση πως η κραταιότης μπορεί να διαρκέσει ες αεί. Δυστυχώς η επιστήμη της ψυχολογίας και επικοινωνίας έχει περιγράψει αναλυτικά τις αχιλλείους πτέρνας της κοινής γνώμης και τα ευρήματα αυτά χρησιμοποιούνται κατά κόρον εις βάρος των αδαών.
Η προπαγάνδα δημιουργεί ανάγκες ή επιτείνει τις υπάρχουσες
Δραματοποιεί λανθάνοντα ή υπαρκτά συναισθήματα
Αναζωογονείται με την επανάληψη
Γίνεται πιστευτή, όταν εκπέμπεται από πολλές πηγές, που αλληλοσυμπληρώνονται
Είναι αποτελεσματικότερη όταν προβάλλει τα μηνύματά της σε φαινομενικά ουδέτερο πλαίσιο.
Γίνεται περισσότερο πετυχημένη όταν τα νοήματά της δεν είναι διεκδικητικά ή απαιτητικά, αλλά φαντάζουν ως λογικά αποκυήματα της σκέψης των πολιτών.
Δηλητηριάζει τον κριτικό λόγο, όταν ενσωματώνει τα αντίθετα επιχειρήματα με τέτοιο τρόπο, ώστε να τα γελοιοποιήσει, κάνοντας την κοινή γνώμη να υποθέσει πως μετέχει μιας δημοκρατικής αντιπαράθεσης.
Εκτροχιάζουν την ορθή σκέψη παρουσιάζοντας ψευδή δεδομένα ή αποσιωπώντας άλλα. Για παράδειγμα εμφανίζουν μια ιδέα, ως πολύ πιο διαδεδομένη απ’ ό,τι πραγματικά είναι, έναν υποθετικό κίνδυνο ως απειλή, οδηγούν την κοινή γνώμη σε εκβιαστικά διλήμματα του τύπου «πτώχευση ή ξεπούλημα των βασικών δικαιωμάτων», «ανοχή στους μετανάστες ή διασάλευση της δημόσιας ασφάλειας», χωρίς να την εκθέτουν σε ενδιάμεσες πιο μετριοπαθείς λύσεις.
Σε κάθε περίπτωση η προπαγάνδα εκμεταλλεύεται το φόβο για τη διαφορετικότητα και την ανάγκη του ατόμου να μοιράζεται κοινές αξίες με τις ομάδες, στις οποίες ανήκει. Οι επαγγελματίες που τη σχεδιάζουν, αρχίζουν να παρουσιάζουν τις βασικές της θέσεις σε ανύποπτο χρόνο, εγείρουν ζητήματα εκ του μη όντος, μόνο και μόνο για να τεθούν έστω προς συζήτηση, επανέρχονται ξανά και ξανά, γνωρίζοντας ότι η αλλαγή, αν δεν είναι επαναστατική, είναι δύσκολη στην επίτευξή της. Η προσπάθειά τους εντείνεται, για να πείσουν τα μέλη της ομάδας –στόχου πως το περιεχόμενο της προπαγάνδας έχει ενσωματωθεί στις αξίες, τις συνήθειες και τους στόχους της ομάδας. Τέλος αφήνουν τους ψυχολογικούς μηχανισμούς της συμμόρφωσης και της υποταγής να συνεχίζουν το έργο της. Οποιοδήποτε μήνυμα – ακόμα κι εκείνα, που δεν ευσταθούν λογικά- μπορούν να αποτελέσουν επιδιώξεις της στρατηγικά σχεδιασμένης προπαγάνδας. Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει συμφέρον στη βιομηχανία των κινητών τηλεφώνων να αποκρύψει την επικινδυνότητα της ακτινοβολίας για τη δημόσια ασφάλεια. Στο προπαρασκευαστικό στάδιο θα αξιοποιηθούν δηλώσεις επιστημόνων, που αμφισβητούν την αξιοπιστία, εγκυρότητα και δεοντολογία των μελετών, που υποστηρίζουν το αντίθετο. Θ α εγερθούν επιχειρήματα ακόμα και για το προσωπικό κύρος των επιστημόνων που εναντιώνονται στους στόχους της βιομηχανίας, σκάνδαλα γι’ αυτούς θα αποκαλυφθούν ή θα κατασκευαστούν, θα προβληθούν από τα ΜΜΕ ισχυρισμοί πως ο πολλαπλασιασμός των κεραιών κινητής τηλεφωνίας ελαχιστοποιεί την έκθεση στην ακτινοβολία, το κοινό θα βομβαρδιστεί με ακατάληπτες έννοιες, όπως το SAR σώματος – κεφαλής, θα αλλοιωθούν στατιστικά δεδομένα ή θα αποσιωπηθούν άλλα, διάσημοι αστέρες θα εμφανιστούν στην τηλεόραση μιλώντας με δημοφιλείς ατάκες στα κινητά και γενικά όλα θα καλυφθούν στην απροσδιοριστία της μη απόδειξης. Έτσι ακριβώς εξελίχθηκε η προπαγάνδα εναντίον της αφύπνισης για την υπερθέρμανση του πλανήτη ή η ανάλογη εκστρατεία υπέρ του καπνίσματος: Έχει μείνει ιστορικό το σύνθημα – «Οι γιατροί καπνίζουν CAMEL».


Πηγή: www.osarena.net

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου