Πρόσφατα άκουσα την εξαγγελία περί επέκτασης του δικτύου του τραμ από τo Φάληρο προς τον Πειραιά. Έργο που προϋπολογίζεται πως θα κοστίσει 5.5 δις. Είναι αλήθεια, πως μου προκάλεσε μεγάλη λύπη για αρκετούς λόγους. Ξετυλίχθηκε ένα κουβάρι από σκέψεις μέσα στο μυαλό μου.
Στην Αθήνα συμπληρώνει πλέον 13 χρόνια λειτουργίας το δίκτυο μετρό-προαστιακού και τραμ, ενώ την ίδια στιγμή παραμένει η λεγόμενη "Συμπρωτεύουσα", ίσως η μοναδική πόλη της Ευρώπης που ξεπερνά το 1 εκατομμύριο κατοίκων και δεν διαθέτει ένα αξιόλογο μέσο σταθερής τροχιάς. Τίποτα δεν είναι περίεργο, καθώς αυτή η ετικέτα της "χαλαρότητας" (με τα δυο λάμδα) που μας έχουν κολλήσει, επιτρέπει να αποδεχόμαστε στωικά και μοιρολατρικά τις διαδοχικές σφαλιάρες, που μας σπρώχνουν προς τα κάτω και τον διαρκή χλευασμό μας, πρωτίστως από την κεντρική εξουσία. Η Θεσσαλονίκη δεν είναι ούτε αυτό το πολυπολιτισμικό χαρμάνι του παρελθόντος, σημαντικότατη και εξέχουσα για τους Έλληνες, τους Εβραίους και τους Τούρκους, αλλά ούτε και ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό αστικό κέντρο, που ήρθε να αντικαταστήσει την παλιά εικόνα της. Από τη στιγμή που εξελληνίστηκε πλήρως, άρχισε να χάνει την ταυτότητα της. Το τελειωτικό χτύπημα ήρθε από την ναζιστική κατοχή που ξερίζωσε το εβραϊκό στοιχείο και βεβήλωσε τα μνημεία του. Εϊχαμε φροντίσει πριν να εξαφανίσουμε τις ενδείξεις του μουσουλμανικού παρελθόντος, με τον ίδιο τρόπο που αφαίρεσαν και οι Τούρκοι κάθε στοιχείο σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού από τις χαμένες πατρίδες, όπου πραγματικά κάποτε άρχισε να δημιουργείται και να εγκαθιδρύεται μια ελληνική αστική τάξη.
Η Θεσσαλονίκη υποδέχθηκε ένα μεγάλο κομμάτι αυτού του ελληνισμού, προκειμένου να αποκτήσει τη σύγχρονη μορφή της. Η εξαθλίωση όμως που επακολούθησε, η άναρχη οικιστική ανάπτυξη και οι χαμένες ευκαιρίες, αντί να βελτιώσουν τη σύνθεση, όπως φαινόταν ότι θα γίνει, φέρανε εντελώς αντίθετα αποτελέσματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της λανθασμένης πορείας η Βασιλίσσης Όλγας, που έχει κρατήσει μόνο το όνομα της απο παλιά. Ένας μεγάλος δρόμος, με πολλά πλούσια αρχοντικά στο παρελθόν, γέμισε από τσιμεντένια τέρατα, ενώ στα παρακείμενα στενά, ασφυκτιά ο τόπος από το γκρίζο μπετόν. Ας μην πουμε πολλά και για τον αρχικό σχεδιασμό του κέντρου μετά τη μεγάλη φωτιά, που προέβλεπε την κατασκευή τριών πλατειών σαν την Αριστοτέλους, από τον Γάλλο Ερνέστο Εμπράρ.
Ενώ λοιπόν σήμερα ο τίτλος "Συμπρωτεύουσα" ακούγεται στα αυτιά μας σαν ειρωνεία ή φτηνή κολακεία, κάποτε αυτή η πόλη ήταν πραγματικά η δεύτερη σημαντικότερη της Βυζαντινής και της μετέπειτα Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αληθινά προκαλούσε δέος το όνομα της σε όλους τους λαούς των Βαλκανίων, ακόμα και της Μεσογείου. Τη χαρακτήριζε το νεύρο και η ζωή. Η εποχή μας όμως, όπως όλα δείχνουν θα ταυτιστεί με την παρακμή και την αποκαθήλωση της. Ο ιστορικός του μέλλοντος, δεν θα μπορέσει μάλλον να βρει και πολλά αξιόλογα για να γράψει.
Δεν είναι τυχαίο ότι συχνά συμπεριλαβάνεται στον υποτιμητικό όρο επαρχία. Είναι τραγικό να αναφέρει κανείς τόσο απαξιωτικά ένα αστικό κέντρο του μεγέθους του Μονάχου, της Κοπεγχάγης, της Πράγας ή του Λιβερπουλ με έναν τέτοιο τίτλο. Πέρα από τα γεγονότα που άλλαξαν την ανθρωπογεωγραφία και την ευρύτερη κοινωνικοκοικονομική συγκυρία, η πόλη μας έχασε όλες τις ευκαιρίες που της παρουσιάστηκαν. Δεν έδειξαν οι πολίτες της τον απαραίτητο ζήλο για να κερδίσει το σύνολο κάτι και όχι ο καθένας ατομικά, με αποτέλεσμα να ζημιωθούν τελικά όλοι. Κάθησαμε άπραγοι και αμήχανοι να παρακολουθούμε την πτώση της και αντιμετώπισαμε τις μεγαλόστομες δηλώσεις και τα μεγαλόπνοα ανεφάρμοστα σχέδια σαν λόγια του αέρα, χωρίς να σκεφτούμε ότι πρέπει κάτι να αντιπροτείνουμε ή να επιδιώξουμε το ελάχιστο από αυτά.
Ίσως, αυτό που λείπει περισσότερο είναι η συλλογική συνείδηση. Οι Θεσσαλονικείς είναι μόνο στα χαρτιά περήφανοι για την πόλη τους. Αφού στην πράξη αδιαφορούν για αυτή και δεν της δείχνουν κανέναν σεβασμό. Αδιαφορούν για τον εξευτελισμό της διεθνούς έκθεσης, έχουν ένα ελαφρύ μειδίαμα μπροστά στις εξαγγελίες για υποθαλάσσιες οδικές αρτηρίες, μουρμουρίζουν για τις στοίβες των σκουπιδιών, είναι απαθείς για τις απανταχού ατέλειες, δεν τους φαίνεται καθολου επιβαρυντικό και ακαλαίσθητο το θέαμα του ολούθε- και διπλόπαρκαρίσματος. Δεν υπάρχει καμία δυναμική κίνηση ώστε να πάρει ο Δήμος και να εκμεταλλευτεί χώρους που θα άλλαζαν τη μορφή του (Λαχανόκηποι, 424, τρίτο σώμα), τη στιγμή που στην Ευρώπη βλέπεις μεχρι και μόλις είκοσι ετών κτίρια να κατεδαφίζονται για να γίνει πιο ανθρώπινο το αστικό κέντρο.Τα καραβάκια παλι πάνε και έρχονται μόνο στο νου και τις μακέτες των ειδικών... Το λιμάνι της, παρότι βρίσκεται σε τόσο κομβικό μέρος, είναι σαν να μην υπάρχει για τους πιο πολλούς.. Και το σημαντικότερο από όλα είναι πως δεν υπάρχει καμία συλλογική προσπάθεια να γίνει η πόλη πόλος έλξης. Αν και,(όπως άλλωστε για όλη την Ελλάδα), το δυνατό χαρτί της Θεσσαλονίκης είναι η ιστορία και ο πολιτισμός της, όχι τα κακόγουστα καφέ της.
Και φτάνουμε στο θέμα: "μετρό", που αποτελεί το σημαντικότερο ζήτημα υποδομής για τη Θεσσαλονίκη, αυτή τη στιγμή. Αυτό το εγχείρημα έκανε πολλά χρόνια να "ωριμάσει" και άλλα τόσα μέχρι να ολοκληρωθεί. Το σίγουρο είναι πως έχει προκαλέσει ατέλειωτα χρόνια ταλαιπωρίας και τεράστια προβλήματα σε κάποιες επαγγελματικές ομάδες τις οποίες, σε συνδυασμό με τη δημιουργία του σύγχρονου εμπορικού κέντρου στην ανατολική πλευρά του αστικού συγκροτήματος. τις κατέστρεψε. Το μετρό της Θεσσαλονίκης αποφασίστηκε να δρομολογηθεί κατόπιν πιέσεων και εκβιαστικών κινήσεων. Καλώς ή κακώς οι φωνές πιάσαν τόπο.Επειδή η χώρα μας κυβερνάται κυρίως από πολιτικάντηδες που αγαπούν τις κινήσεις εντυπωσιασμού, δίχως να νοιάζονται ποιό είναι το κόστος για το σύνολο. Έγινε όμως ως αυτοσκοπός, όχι σαν μέσο. Κανείς δεν έκατσε να σκεφτεί πως ακριβώς θα βελτιώσει τη καθημερινότητα μας και πως θα γίνει όχημα σε μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Αυτό σίγουρα είναι πάντα ο στόχος ενός τέτοιου εργοτάξιου, αλλά η ιδέα πρέπει να είναι ολοκληρωμένη για να παράγει ουσιαστικά αποτελέσματα που δεν θα είναι δυσανάλογα με το κοινωνικό και οικονομικό κόστος. Δεν είναι τυχαίο ότι τα όργανα της ευρωπαϊκής ένωσης απέρριψαν επανηλειμμένα τη χρηματοδότηση του, επειδή το αξιολόγησαν σαν μη βιώσιμη επένδυση.
Ένα πραγματικά πανδύσκολο και δαπανηρό επιχείρημα που θα απορροφήσει τελικά, λιγότερο από 10% της συνολικής κίνησης της πόλης. Πολύ φασαρία για το τίποτα. Από μόνο του δεν φτάνει σίγουρα. Όταν θα τελειώσει με το καλό (σε 6 χρόνια τουλάχιστον από τώρα), τότε άμεσα θα φανεί πόσο δύσκολη, πέρα από την κατασκευή του, θα είναι και η συντήρηση του. Ίσως, υπό διαφορετικές συνθήκες θα ήταν αλλιώς τα πράγματα. Εϊναι π,χ, εύκολο να συνδεθεί με ένα δίκτυο τραμ, εφόσον οι ιθύνοντες δείξουν τη διάθεση να δώσουν εκ νέου μια άλλη μορφή στη Θεσσαλονίκη και αποφασίσουν πως είναι καιρός να απλωθεί, ορθόδοξα πλέον, χωρίς εξαόροφες αντιπαροχές και στενούς δρόμους, δυτικά και ανατολικά.
Αφού λοιπόν ξεκίνησε, καλώς ξεκίνησε. Τώρα πρέπει να τελειώσει όσο γίνεται πιο γρήγορα, διότι σταδιακά μετατράπηκε σε κατάρα. Ακριβώς δηλαδή όπως το τραμ των νοτίων προαστίων, της Πρωτεύουσας, που οι ειδικοί τότε είπαν πως είναι ένα άχρηστο και δαπανηρό εργο και στέρησε χρήματα από κονδύλια που μπορούσαν να δαπανηθούν σε άλλες περιοχές. Τώρα με τις διορθωτικές κινήσεις που γίνονται όμως, φαίνεται πως μπορεί να συμφέρει στην διευκόλυνση των μετακινήσεων του Λεκανοπεδίου. Έτσι θα πρέπει να δούμε και το δικό μας έργο ως απαρχή του εκσυγχρονισμού των συγκοινωνιών της Θεσσαλονίκης. Αλλιώς, το κυριότερο κέρδος που θα μπορεί να αποφέρει, θα είναι τα αρχαιολογικά ευρύματα που μας δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για το μακραίωνο παρελθόν της Θεσσαλονίκης.και ένα διήγημα σαν αυτό με το γιοφύρι της Άρτας.
Β.Τ.
Δεν είναι τυχαίο ότι συχνά συμπεριλαβάνεται στον υποτιμητικό όρο επαρχία. Είναι τραγικό να αναφέρει κανείς τόσο απαξιωτικά ένα αστικό κέντρο του μεγέθους του Μονάχου, της Κοπεγχάγης, της Πράγας ή του Λιβερπουλ με έναν τέτοιο τίτλο. Πέρα από τα γεγονότα που άλλαξαν την ανθρωπογεωγραφία και την ευρύτερη κοινωνικοκοικονομική συγκυρία, η πόλη μας έχασε όλες τις ευκαιρίες που της παρουσιάστηκαν. Δεν έδειξαν οι πολίτες της τον απαραίτητο ζήλο για να κερδίσει το σύνολο κάτι και όχι ο καθένας ατομικά, με αποτέλεσμα να ζημιωθούν τελικά όλοι. Κάθησαμε άπραγοι και αμήχανοι να παρακολουθούμε την πτώση της και αντιμετώπισαμε τις μεγαλόστομες δηλώσεις και τα μεγαλόπνοα ανεφάρμοστα σχέδια σαν λόγια του αέρα, χωρίς να σκεφτούμε ότι πρέπει κάτι να αντιπροτείνουμε ή να επιδιώξουμε το ελάχιστο από αυτά.
Ίσως, αυτό που λείπει περισσότερο είναι η συλλογική συνείδηση. Οι Θεσσαλονικείς είναι μόνο στα χαρτιά περήφανοι για την πόλη τους. Αφού στην πράξη αδιαφορούν για αυτή και δεν της δείχνουν κανέναν σεβασμό. Αδιαφορούν για τον εξευτελισμό της διεθνούς έκθεσης, έχουν ένα ελαφρύ μειδίαμα μπροστά στις εξαγγελίες για υποθαλάσσιες οδικές αρτηρίες, μουρμουρίζουν για τις στοίβες των σκουπιδιών, είναι απαθείς για τις απανταχού ατέλειες, δεν τους φαίνεται καθολου επιβαρυντικό και ακαλαίσθητο το θέαμα του ολούθε- και διπλόπαρκαρίσματος. Δεν υπάρχει καμία δυναμική κίνηση ώστε να πάρει ο Δήμος και να εκμεταλλευτεί χώρους που θα άλλαζαν τη μορφή του (Λαχανόκηποι, 424, τρίτο σώμα), τη στιγμή που στην Ευρώπη βλέπεις μεχρι και μόλις είκοσι ετών κτίρια να κατεδαφίζονται για να γίνει πιο ανθρώπινο το αστικό κέντρο.Τα καραβάκια παλι πάνε και έρχονται μόνο στο νου και τις μακέτες των ειδικών... Το λιμάνι της, παρότι βρίσκεται σε τόσο κομβικό μέρος, είναι σαν να μην υπάρχει για τους πιο πολλούς.. Και το σημαντικότερο από όλα είναι πως δεν υπάρχει καμία συλλογική προσπάθεια να γίνει η πόλη πόλος έλξης. Αν και,(όπως άλλωστε για όλη την Ελλάδα), το δυνατό χαρτί της Θεσσαλονίκης είναι η ιστορία και ο πολιτισμός της, όχι τα κακόγουστα καφέ της.
Και φτάνουμε στο θέμα: "μετρό", που αποτελεί το σημαντικότερο ζήτημα υποδομής για τη Θεσσαλονίκη, αυτή τη στιγμή. Αυτό το εγχείρημα έκανε πολλά χρόνια να "ωριμάσει" και άλλα τόσα μέχρι να ολοκληρωθεί. Το σίγουρο είναι πως έχει προκαλέσει ατέλειωτα χρόνια ταλαιπωρίας και τεράστια προβλήματα σε κάποιες επαγγελματικές ομάδες τις οποίες, σε συνδυασμό με τη δημιουργία του σύγχρονου εμπορικού κέντρου στην ανατολική πλευρά του αστικού συγκροτήματος. τις κατέστρεψε. Το μετρό της Θεσσαλονίκης αποφασίστηκε να δρομολογηθεί κατόπιν πιέσεων και εκβιαστικών κινήσεων. Καλώς ή κακώς οι φωνές πιάσαν τόπο.Επειδή η χώρα μας κυβερνάται κυρίως από πολιτικάντηδες που αγαπούν τις κινήσεις εντυπωσιασμού, δίχως να νοιάζονται ποιό είναι το κόστος για το σύνολο. Έγινε όμως ως αυτοσκοπός, όχι σαν μέσο. Κανείς δεν έκατσε να σκεφτεί πως ακριβώς θα βελτιώσει τη καθημερινότητα μας και πως θα γίνει όχημα σε μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Αυτό σίγουρα είναι πάντα ο στόχος ενός τέτοιου εργοτάξιου, αλλά η ιδέα πρέπει να είναι ολοκληρωμένη για να παράγει ουσιαστικά αποτελέσματα που δεν θα είναι δυσανάλογα με το κοινωνικό και οικονομικό κόστος. Δεν είναι τυχαίο ότι τα όργανα της ευρωπαϊκής ένωσης απέρριψαν επανηλειμμένα τη χρηματοδότηση του, επειδή το αξιολόγησαν σαν μη βιώσιμη επένδυση.
Ένα πραγματικά πανδύσκολο και δαπανηρό επιχείρημα που θα απορροφήσει τελικά, λιγότερο από 10% της συνολικής κίνησης της πόλης. Πολύ φασαρία για το τίποτα. Από μόνο του δεν φτάνει σίγουρα. Όταν θα τελειώσει με το καλό (σε 6 χρόνια τουλάχιστον από τώρα), τότε άμεσα θα φανεί πόσο δύσκολη, πέρα από την κατασκευή του, θα είναι και η συντήρηση του. Ίσως, υπό διαφορετικές συνθήκες θα ήταν αλλιώς τα πράγματα. Εϊναι π,χ, εύκολο να συνδεθεί με ένα δίκτυο τραμ, εφόσον οι ιθύνοντες δείξουν τη διάθεση να δώσουν εκ νέου μια άλλη μορφή στη Θεσσαλονίκη και αποφασίσουν πως είναι καιρός να απλωθεί, ορθόδοξα πλέον, χωρίς εξαόροφες αντιπαροχές και στενούς δρόμους, δυτικά και ανατολικά.
Αφού λοιπόν ξεκίνησε, καλώς ξεκίνησε. Τώρα πρέπει να τελειώσει όσο γίνεται πιο γρήγορα, διότι σταδιακά μετατράπηκε σε κατάρα. Ακριβώς δηλαδή όπως το τραμ των νοτίων προαστίων, της Πρωτεύουσας, που οι ειδικοί τότε είπαν πως είναι ένα άχρηστο και δαπανηρό εργο και στέρησε χρήματα από κονδύλια που μπορούσαν να δαπανηθούν σε άλλες περιοχές. Τώρα με τις διορθωτικές κινήσεις που γίνονται όμως, φαίνεται πως μπορεί να συμφέρει στην διευκόλυνση των μετακινήσεων του Λεκανοπεδίου. Έτσι θα πρέπει να δούμε και το δικό μας έργο ως απαρχή του εκσυγχρονισμού των συγκοινωνιών της Θεσσαλονίκης. Αλλιώς, το κυριότερο κέρδος που θα μπορεί να αποφέρει, θα είναι τα αρχαιολογικά ευρύματα που μας δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για το μακραίωνο παρελθόν της Θεσσαλονίκης.και ένα διήγημα σαν αυτό με το γιοφύρι της Άρτας.
Β.Τ.