Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2014

Στα αλήθεια το λες ότι λυπάσαι



Μια από τις πιο κλισέ εκφράσεις που ακούω και διαβάζω τα τελευταία χρόνια είναι « δεν μπορώ να κοιμηθώ εύκολα, όταν γύρω μου βλέπω ανθρώπους να κοιμούνται σε παγκάκια και να τρώνε από τα σκουπίδια». Όπως, αρκετά δημοφιλή είναι πλέον τα ρεπορτάζ και τα αφιερώματα σε ηλικιωμένους, που ζούνε σε ακριτικά χωριά, που τα ξέχασε το κράτος ή σε οικογένειες που δεν μπορούν να πληρώσουν τη θέρμανση ή για ανθρώπους με αξιοπρέπεια, που ζούνε, είτε από το συσσίτιο της εκκλησίας, είτε χάρης στην αλληλεγγύη συγγενών και φίλων ή για αρρώστους και άτομα με αναπηρία ή κάποια σοβαρή χρόνια πάθηση, οι οποίοι δεν  έχουν πρόσβαση στην απαραίτητη περίθαλψη και φροντίδα. Αυτού του είδους οι επισημάνσεις έχουν καμιά φορά κι έναν οργισμένο τόνο, με κλασσικό έμμεσο ή άμεσο αποδέκτη, τους πολιτικούς που προκαλέσανε ή συνεισφέρανε στο μέγιστο, να δημιουργηθεί αυτή η κατάσταση. Ενώ, ειδικά τις μέρες των γιορτών αυξάνονται τα τηλεοπτικά σποτάκια που σχετίζονται με κάποιο πρόγραμμα υποστήριξης.
Οι άνθρωποι που έχουν την ανάγκη μας υπήρχαν πάντοτε γύρω μας. Δεν εμφανίστηκαν ξαφνικά μετά την κρίση. Πολλαπλασιάστηκαν, ναι.  Δεν είναι αυτό το κυρίως ζητούμενο, διότι το ίδιο σκληρό είναι, είτε δεις σε μια μέρα δυο, είτε δέκα περαστικούς να ψάχνουν στα αποφάγια των άλλων. Αυτό, που αλλάζει είναι το ότι η συχνότητα του φαινομένου δεν σου επιτρέπει να επιστρέψεις τόσο εύκολα στην λήθη. Ζούμε σε ένα κράτος που ποτέ δεν παρείχε καμία ιδιαίτερη πρόνοια στις ευάλωτες κατηγορίες του πληθυσμού του. Η ζωή ήταν ανέκαθεν εξαιρετικά δύσκολη σε κάποια ακριτικά χωριά και κανένας δεν ασχολούνταν, πέρα ίσως από το πρόγραμμα «βοήθεια στο σπίτι», όπου οι λειτουργοί πραγματικά έχουν έναν πολλαπλό και δύσκολο ρόλο. Το, ότι στον τομέα της υγείας γινόταν μεγαλύτερες δαπάνες οφειλόταν καθαρά σε υπερτιμολογήσεις βασικών ειδών, που αγγίζανε μερικές φορές το 800%. Συσσίτια και έρανοι οργανώνονταν πάντα, αλλού με μικρή και αλλού με μεγαλύτερη προσέλευση. Και σίγουρα υπήρχαν και θα υπάρχουν συνάνθρωποι, που η μοίρα τους φέρθηκε ή θα τους φερθεί σκληρά. Όσο για τα σποτάκια, μάλλον παλιά τους δίναμε λιγότερη προσοχή.
Αυτό που άλλαξε είναι πως τους εκπρόσωπους της ίδιας ακριβώς κοινωνικής ομάδας πριν τους αντιμετωπίζαμε κυρίως ως ένα θλιβερό ντεκόρ, που χαλούσε την αισθητική μας. Τότε, που αυτοί οι άποροι ή ανήμποροι ήταν λίγοι και οι υπόλοιποι είχαμε την δυνατότητα να βοηθήσουμε αρκετά εύκολα, δεν κάναμε τίποτα ή κάναμε ελάχιστα σε σχέση με αυτά που θα μπορούσαμε. Ίσως, μας στενοχωρούσε λίγο, αλλά μόλις ο σερβιτόρος της συνοικιακής ταβέρνας γέμιζε ασφυκτικά το τραπέζι της παρέας μας με πιάτα, τα οποία ξέραμε πως δύσκολα θα καταφέρναμε να αδειάσουμε, ο πόνος μας εξαφανιζόταν. Πιο τυχερά, σε πολλές περιπτώσεις ήταν και ίσως ακόμα είναι, τα αδέσποτα ζωάκια, που πάλι εξαιτίας κάποιων ασυνείδητων εξ ημών, τριγυρνάνε απροστάτευτα, παρά αυτές οι «σκιές» που μας κάνουν να γυρίζουμε το κεφάλι από αμηχανία, από φόβο ή από αδιαφορία.
Αυτό λοιπόν που  στην πραγματικότητα μας προκαλεί θλίψη και οργή όταν βλέπουμε στην τηλεόραση και όχι τόσο όταν συναντάμε από κοντά τέτοιους ανθρώπους, δεν είναι η συμπόνια. Είναι ο φόβος. Ο φόβος, ότι μπορεί και εμείς να βρεθούμε στο παγκάκι της γειτονιάς και να μετατρέψουμε τον κοντινότερο κάδο σε χώρο αναζήτησης του καθημερινού άρτου. Είναι αγωνία που προκαλείται από το ρευστό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε. Και αν η κρίση μπορεί να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, αυτό είναι καλοδεχούμενο. Αλλά ας μην υποκρινόμαστε στους εαυτούς μας. Δεν γίναμε απέναντι σε αυτούς, απέναντι σε εμάς γίναμε πιο ευαίσθητοι. Στις καλές εποχές δεν τους απαντούσαμε και συχνά, όμως το που πηγαίνανε τα χρήματα που θα μπορούσαν να τους δώσουν ανάσες, δεν μας ενδιέφερε καθόλου. Και ας ήμασταν σίγουροι, ότι την ώρα που κάποιοι πεινάνε, παχυλά κονδύλια καταλήγουν σε ξεχειλωμένες τσέπες.
Έστω και έτσι είναι μια ευκαιρία να κατανοήσουμε πλέον πόσο σημαντική είναι η συμμετοχή και η κοινωνική ευθύνη, κάτι που παλιότερα ήταν πολύ θολό, επειδή κλασσικά ήμασταν (και πιθανότατα παραμένουμε) μια κοινωνία ατομιστών και ενός στενού κύκλου γνωριμιών, που εσωκλείει τους συγγενείς μας. Όμως το παράδειγμα των σημερινών δυσκολιών δείχνει πως, επειδή ακριβώς  οποιοσδήποτε μπορεί να βρεθεί σε πολύ άσχημη θέση, καλά είναι να γίνουμε λιγότερο απαθείς για τα κοινά και πιο πρόθυμοι να βοηθήσουμε σε κοινωνικά θέματα. Αν είχαμε κατανοήσει πόσο πιο ωραία θα ήταν η χώρα μας σε όλους τους τομείς της συλλογικής ζωής, απλά χάρης στο ενδιαφέρον όλων, δεν θα ωφελούνταν μόνο μερικές εκατοντάδες αστέγων αλλά όλοι μας. Και ίσως και να μην φτάναμε ποτέ ως εδώ.
Β.Τ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου