Πολλοί ή λίγοι περιμέναμε και παρακαλούσαμε για χρόνια να καταρρεύσει το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Αυτό το ενδεχόμενο, φαίνεται πλέον πιο πιθανό από ποτέ. Ωστόσο, δεδομένου τον εναλλακτικών προτάσεων που χαρακτηρίζονται σε μεγάλο βαθμό από ουτοπισμό, ακρότητα και ξεπερασμένα "πιστεύω", αντί να δίνει ελπίδα, μάλλον φαίνεται σαν απειλή η επόμενη μέρα για πολύ κόσμο. Και δεν εννοούνται μόνο εκείνοι που είναι προσκολημμένοι στο εγκαθιδρυμένο καθεστώς, αλλά και όσοι νιώθουν πως το κακό πάει να αντικατασταθεί από το χείριστο. Η συνταγή που διατήρησε δηλαδή, τόσα χρόνια τα μεγάλα κόμματα στην εξουσία και τους επέτρεπε να αλλάζουν σκυτάλη, έχει διαφοροποιηθεί. Ο πόλος του διχασμού: Μνημόνιο ή όχι. Πρέπει να προσέξουμε, πόσο χώρο δίνουμε σε κάποιες ακραίες φωνές και μερικούς "γραφικούς" με εθνοπατριωτικό λόγο που φαίνεται πως διεκδικούν με αξιώσεις πρωταγωνιστικό ρόλο στην κεντρική σκηνή και με την γνωστή μανιχαιστική λογική του "άσπρο-μαύρο" κερδίζουν συνεχώς έδαφος, εκμεταλλευόμενοι την τάση του πληθυσμού για επιφανειακή γνώση και την δαιμονοποίηση όρων: (ΔΝΤ, τρόικα, μνημόνιο, Γερμανία).
Το πολιτιστικό υπόβαθρο της χώρας δυσυχώς προσφέρεται καθώς, παρά τον υψηλό βαθμό αποφοίτων ανώτερης εκπαίδευσης, υπάρχουν κάποια τρωτά πολύ έντονα στην κουλτούρα μας. Αναμεσα σε αυτά είναι η έλλειψη σφαιρικής καλλιέργειας από μεγάλο μέρος του πληθυσμού, η περιορισμένη κοσμοαντίληψη, η αρχεγονιστική ανάγνωση της ταυτότητας που ακόμα δεσπόζει, ο δογματισμός που υποστηρίζεται από την επιφανειακή εξέταση των πραγμάτων, η τεράστιια (εσκεμμένη) αδυναμία του συστήματος να ανατρέφει πολίτες με κοινωνική συνείδηση, ο εγωκεντρισμός μας, η έλλειψη συλλογικού οράματος και η εύκολη ψυχολογική εκτόνωση που προσφέρει η μισαλλοδοξία.
Διάβασα με ενδιαφέρον ένα άρθρο που προέρχεται από το περιοδικό "Μαρξιστική Σκέψη", όπου φαίνεται πως θα έχει ένα εξαιρετικό αφιέρωμα στον φασισμό. Σε ένα προδημοσιευμένο απόσπασμα από κείμενο του μεγάλου μεξικανού ζωγράφου Ντιέγκο Ριβέρα, συντρόφου της γνωστής μας από τον κινηματογράφο Φρίντα Κάλο (περιέχεται στο My Art, my Life: an autobiography, Dover 1991), περιγράφεται η εμπειρία του από μια προεκλογική ομιλία του Χίτλερ, το 1928. Ο καθένας μπορεί να βγάλει εύκολα τα συμπεράσματα του, να καταλάβει πόσο κοντά μπορούν να βρεθούν τα άκρα, να μεταπηδήσει κανείς από το ένα στο άλλο και πως άνθρωποι "γελοίοι" για αρκετούς, μπορεί να αποτελέσουν ξαφνικά "Μεσσίες" για του πολλούς, πατώντας στην αγανάκτηση και την ανάγκη τους. Η ολιγωρία μας απέναντι τους μπορεί να αποβεί μοιραία.
«Λίγες μέρες αργότερα, είδα τον Αδόλφο Χίτλερ να απευθύνεται σε μια μαζική συγκέντρωση στο Βερολίνο σε ένα κτίριο τόσο τεράστιο που καταλάμβανε το σύνολο του οικοδομικού τετραγώνου, τα κεντρικά γραφεία του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Ένα προσωρινό ενιαίο μέτωπο ήταν τότε σε ισχύ ανάμεσα στους ναζί και τους κομμουνιστές, ενάντια στους διεφθαρμένους ρεφορμιστές και τους σοσιαλδημοκράτες.
Η πλατεία ήταν κυριολεκτικά πλημμυρισμένη με 25-30.000 κομμουνιστές εργάτες. Ο Χίτλερ ήρθε με συνοδεία περίπου χιλίων ανδρών. Διέσχισαν την πλατεία και σταμάτησαν κάτω από ένα παράθυρο, από το οποίο παρακολουθούσαν οι ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ήμουν μεταξύ τους, έχοντας προσκληθεί από τον Μίντσενμπεργκ. Στα αριστερά μου στάθηκε ο Τέλμαν, γενικός γραμματέας του Κόμματος. Ο Μίντσενμπεργκ εξηγούσε τα σχόλιά μου στον Τέλμαν, και μετέφραζε την ομιλία του Χίτλερ σε μένα.
Οι κομμουνιστές φίλοι μου έκαναν κοροϊδευτικές παρατηρήσεις για τον «αστείο ανθρωπάκο» και θεωρούσαν εκείνους που τον θεωρούσαν απειλή δειλούς ή ανόητους.
Καθώς ετοιμαζόταν να μιλήσει, ο Χίτλερ ορθώθηκε άκαμπτα, σαν να περίμενε να διογκωθεί και να γεμίσει το μεγάλο αγγλικό στρατιωτικό αδιάβροχό του ώστε να μοιάζει με γίγαντα. Στη συνέχεια, έκανε ένα νεύμα για να επικρατήσει σιωπή. Μερικοί κομμουνιστές εργαζόμενοι τον αποδοκίμασαν, αλλά μετά από λίγα λεπτά όλο το πλήθος σώπασε απολύτως.
Καθώς ζεστάθηκε, ο Χίτλερ άρχισε να ουρλιάζει και να κουνά τα χέρια του σαν επιληπτικός. Κάτι σ’ αυτόν ανατάραξε, φαίνεται, το βάθος της ψυχής των ομοεθνών του, γιατί μετά από λίγο ένιωσα ένα περίεργο μαγνητικό ρεύμα μεταξύ αυτού και του πλήθους. Ήταν τόσο βαθύ που, όταν τελείωσε, έπειτα από δύο ώρες ομιλίας, επικράτησε μια στιγμή πλήρους σιγής. Ούτε καν οι ομάδες της κομμουνιστικής νεολαίας, που είχαν εντολή να τον γιουχάρουν, δεν το έκαναν. Και τότε, η σιωπή έδωσε τη θέση της σε ένα τεράστιο, εκκωφαντικό χειροκρότημα από όλη την πλατεία.
Καθώς έφευγε, ο Τέλμαν και ο Μίντσενμπεργκ γελούσαν σαν σχολιαρόπαιδα. Όσο για μένα, ήμουν τόσο χαμένος και προβληματισμένος, όπως όταν είχα δει το παρακμιακό τελετουργικό λίγες μέρες πριν στο Γκρούνβαλντ. Δεν μπορούσα να δω τίποτα για να γελάσω. Αισθάνθηκα πραγματικά βουτηγμένος στη θλίψη.
Ο Μίντσενμπεργκ, ρίχνοντας μια ματιά σε μένα, ρώτησε: «Ντιέγκο, τι τρέχει με σένα;».
«Αυτό που τρέχει», του είπα, «είναι ότι με κατακλύζει ένα προαίσθημα. Το προαίσθημα ότι, αν οι ένοπλοι κομμουνιστές άφηναν σήμερα στον Χίτλερ να φύγει ζωντανός, θα μπορούσε να ζήσει για να κόψει τα κεφάλια και των δυο συντρόφων μου σε λίγα χρόνια».
Ο Τέλμαν και ο Μίντσενμπεργκ γέλασαν δυνατά. Ο Μίντσενμπεργκ με επαίνεσε για τη ζωηρή φαντασία που είχα ως καλλιτέχνης.
«Θα πρέπει να αστειεύεσαι», είπε. «Δεν άκουσες τον Χίτλερ να μιλά; Δεν κατάλαβες, από όσα σου μετέφραζα, τι ανοησίες έλεγε;».
Του απάντησα: «Μα αυτές οι ανοησίες γεμίζουν επίσης στα κεφάλια των ακροατών, αλαλιασμένων από την πείνα και το φόβο. Ο Χίτλερ τους υπόσχεται μια αλλαγή, οικονομική, πολιτική, πολιτιστική και επιστημονική. Λοιπόν, θέλουν αλλαγές, και μπορεί να είναι σε θέση να κάνουν ακριβώς ό,τι λέει, αφού έχει όλα το καπιταλιστικό χρήμα πίσω του. Μ’ αυτό μπορεί να δώσει τροφή στους πεινασμένους Γερμανούς εργάτες, να τους πείσει να πάνε με το μέρος του και να στραφούν ενάντια σε εμάς. Επιτρέψτε μου να τον πυροβολήσω εγώ τουλάχιστον. Θα αναλάβω την ευθύνη».
Μα αυτά τα λόγια μου έκαναν τους γερμανούς συντρόφους να ξεσπάσουν σε δυνατότερα γέλια. Αφού ξεράθηκε στο γέλιο, ο Τέλμαν είπε: «Μην ανησυχείτε. Σε λίγους μήνες θα έχει τελειώσει, και τότε θα είμαστε σε θέση να πάρουμε την εξουσία».
Πριν φύγει από την πλατεία, ο Χίτλερ έκανε το ναζιστικό χαιρετισμό. Αντί για αποδοκιμασίες, το χειροκρότημα γιγαντώθηκε. Ήταν σαφές ότι ο Χίτλερ είχε κερδίσει πολλούς οπαδούς ανάμεσα στους αριστερούς εργαζόμενους. Ο Μίντσενμπεργκ ξαφνικά έγινε χλωμός κι έπιασε το χέρι μου.
Ο Τέλμαν κοίταξε έκπληκτος και τους δύο μας. Χαμογέλασε αδύναμα και χάιδεψε το κεφάλι μου. Στα ρώσικα, που ακούγονταν βαριά με τη γερμανική προφορά του, είπε, «Νιτσεβό, νιτσεβό» (Δεν είναι τίποτα, απολύτως τίποτα).
Η τρελή φαντασία του καλλιτέχνη επιβεβαιώθηκε αργότερα πικρά. Τόσο ο Τέλμαν όσο και ο φίλος μου Μίντσενμπεργκ θανατώθηκαν από τον «κλόουν» που είχα παρακολουθήσει στην πλατεία εκείνη την ημέρα».
Ας εξετάσουμε με μεγαλύτερη προσοχή τα λόγια όσων επικαλούνται το εθνικό συναίσθημα και υπόσχονται τη λύτρωση με δυναμικούς και ριζοσπαστικούς τρόπους. Πουθενά στην υφήλιο και ποτέ στον χρόνο, αυτές οι "επαναστατικές" φωνές δεν φέρανε ευημερία. Ίσα, ίσα που οδήγησαν σε χειρότερα δεινά. Πόσο μάλλον σήμερα, που ο κόσμος βρίσκεται σε μια νέα τροχία...Οι παγκόσμιοι πόλεμοι και τα Ράιχ ανήκουν στο παρελθόν και δεν έχουν καμία σχέση με την σημερινή εικόνα. Αυτοί που τα χρησιμοποιούν στο πολιτικό λεξιλόγιο τους, ίσως είναι και αυτοί που συγγενεύουν ιδεολογικά μαζί τους περισσότερο από όλους.
Β.Τ.
[Με στοιχεία από το Blog «Ενθέματα»]

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου